Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

Αγγλικός τύπος και Αδριανούπολη το 18ο και 19ο αι. (μέρος Α)



Ένας πολύ ιδιαίτερος χώρος διερεύνησης της ιστορίας είναι οι εφημερίδες και τα περιοδικά ενημέρωσης, που κυκλοφορούσαν από τις αρχές του 18ου αι. (1700+)[1] στην Ευρώπη, αφού πρώτα με την εξέλιξη της τυπογραφίας κατέστη δυνατή η εκτύπωση πολλών αντιγράφων. Οι εφημερίδες λοιπόν έφερναν τα νέα στο κάθε ένα συνδρομητή με προσωπικές διηγήσεις ή αλληλογραφία απεσταλμένων, αντιπροσώπων κι αργότερα και συνδρομητών.
 Στις αγγλικές εφημερίδες, από τη δεύτερη δεκαετία του αιώνος  αυτού, έχουμε αναφορές για την Αδριανούπολη (συγκεκριμένα 25 σε ισάριθμες εφημερίδες, για το διάστημα 1700-1720) λόγω της σημαντικότητας αυτής της πόλης ως η δεύτερη πόλη της Οθωμανικής αυτοκρατορία (πρώην πρωτεύουσα 1364- 1453) και εμπορικό κόμβο από την Ευρώπη προς της Κωνσταντινούπολη, πράγμα που το επιβεβαιώνει και το πέρασμα από εκεί (1872: σιδ. σταθμός στο προάστιο του Καραγάτς) του σιδηροδρόμου που ενώνει Βιέννη- Βασόρα, αλλά και των γεγονότων που συνέβαιναν γύρω της.
Στο αφιέρωμά μας αυτό θα κάνω αναφορά στις παρακάτω δύο αγγλικές εφημερίδες- περιοδικά:


Η μία επιλέχτηκε διότι είναι η πρώτη αγγλική εφημερίδα που αναφέρεται στη Αδριανούπολη και συγκεκριμένα πρόκειται για την Newcastle Courant που εκδόθηκε, το Σάββατο 08 Σεπτεμβρίου 1711.
Αποτελείται από τέσσερεις σελίδες και στη δεύτερη σελίδα αναφέρεται η Αδριανούπολη, ως μέρος σχετικής ειδησεογραφίας που ξεκινά από την πρώτη σελίδα κι ενημερώνει για τις συγκρούσεις του ρωσικού στρατού (μοσχοβίτες- Μuscovites) με τους Τούρκους. Συγκεκριμένα λέγει : «ο στρατός των Μοσχοβιτών βαδίζει από το συντομότερο δρόμο στην Πολωνία, ο τουρκικός στρατός χωρίστηκε και βαδίζει πίσω στην Αδριανούπολη …» Αποτελεί λοιπόν σημαντικότατο στοιχείο αναφοράς στην Αδριανούπολη από το 1711 σε επίσημο, λαϊκό έντυπο, από τα πρώτα ευρείας κυκλοφορίας.
 Η δεύτερη είναι από εφημερίδα του 1854, μέσα του 19ου αι. όπου πλέον οι αναφορές στην Αδριανούπολη είναι πάρα πολλές[2].
Συγκεκριμένα πρόκειται για την Leeds Intelligencer,  από το West Yorkshire, που εκδόθηκε το Σάββατο 08 Ιουλίου 1854, έχοντας 8 σελίδες κανονικής έκδοσης και επιπλέον 4 σελίδες συμπλήρωμα.
Στην πρώτη σελίδα του συμπλη-ρώματος, μαζί με μία υπέροχη γκραβούρα της Αδριανούπολης, υπάρχει το παρακάτω σημαντικότατο αφιέ- ρωμα, καθώς σ΄αυτό δίδονται (κοινοποιού- νται και σε Άγγλους από το 1854) σημαντικότατες πληροφορίες όπως ο πληθυσμός της, η παλιά ονομασία Ουσκουδάμα κλπ. :
 ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΗ
Η δεύτερη πόλη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας βρίσκεται στη Μαρίτσα, τον αρχαίο Έβρο, ο οποίος εδώ ενώνεται με τον Τούντζα και τον Άρδα, 41-44 γεωγρ. πλάτος και 26-34 γεωγρ. μήκος, 135 μίλια βορειοδυτικά από την Κωνσταντινούπολη και 88 μίλια νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης.
Πήρε το όνομά της από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, ο οποίος την ανακαίνισε και τη στόλισε, όπως έκανε με πολλές άλλες πόλεις των κτήσεών του. Η Αδριανούπολη επεκτείνεται ομαλά προς τα πλάγια μικρού λόφου από τις όχθες του Έβρου και του Τούντζα και έχει περίπου 5 μίλια περιφέρεια. Η πόλη επίσης κυκλώνεται από παλιά τείχη, που πλαισιώνονται από 12 πύργους και με 11 πύλες. Το κεντρικό και παλαιότερο κομμάτι της πόλης περικυκλώνεται από τείχο με παλιές πέτρες, ο οποίος χτίστηκε από τους Έλληνες…Οι δρόμοι είναι στενοί, ακανόνιστοι και ο αριθμός τους είναι 49. Υπάρχουν μπάνια και πηγές που όλες συνδέονται με υδραγωγείο.
Ο αριθμός των κατοίκων είναι περίπου 100.000, από τους οποίους 50.000 είναι Έλληνες.
Ένα από τα τζαμιά, αυτό του Σουλτάνου Μουράτ Α΄, ήταν κάποτε χριστιανική εκκλησία και ένα άλλο έχει μεγάλη ποσότητα πορφύρας στην κατασκευή του, αλλά το μεγάλο καύχημα της πόλης είναι το τζαμί του Σελίμ Β΄, το οποίο χτίστηκε από υλικά που φέραν από κατεδαφίσεις της Αμμοχώστου της Κύπρου. Αποτελείται από ένα μεγάλο διαμέρισμα, σαν θέατρο, που τελειώνει σε τρούλο και έχει 4 κανονικούς μιναρέδες, που έχουν τρία διαφορετικά μπαλκόνια, στα οποία φθάνει κανείς με τρεις κυκλοειδείς σκάλες, οι οποίες ξεχωριστά κυκλώνουν κάθε ένα, και ανεβαίνει προς το ψηλότερο μπαλκόνι μετά από 377 σκαλιά.
Η πιο σπουδαία κατασκευή της Αδριανούπολης είναι το παζάρι του Αλή πασά, κοντά στο τζαμί του Σουλτάνου Σελίμ. Είναι ένα τούβλινο κατασκεύασμα με τόξα, που φτιάχτηκαν από κόκκινα κι άσπρα τούβλα διαδοχικά. Η είσοδος είναι με πόρτα στις δύο άκρες και στα πλάγια με 4 άλλες. Έχει μήκος 300 πόδια. Τα πιο ανεκτίμητα πράγματα όπως σάλια, κοσμήματα, μουσελίνες κλπ. Πωλούνται στο παζάρι. Πολλά ίχνη από ρωμαϊκά κτίσματα μπορεί να δει κανείς στην Αδριανούπολη.
Το ποτάμι Μαρίτσα οδηγεί κατά μήκος της Αδριανούπολης και συνεισφέρει στην εμπορική ανάπτυξη της πόλης. Το λιμάνι της Αίνου, το οποίο κρατά την αρχαία του ονομασία, υπάρχει στην άκρη των εκβολών του Έβρου. Στην Αδριανούπολη κατασκευάζονται μετάξι, μαλλί και βαμβάκι, έχει επίσης εγκαταστάσεις για βάψιμο και για απόσταξη ροδόσταμου κι άλλων αρωμάτων και για επεξεργασία δέρματος. Ανάμεσα στις πρώτες εξαγωγές της είναι μαλλί, δέρμα, σαπούνι, όπιο κλπ.
Η Αδριανούπολη είναι η έδρα του Έλληνα Μητροπολίτη και του Βρετανού προξένου. Μία θρακική πόλη που ονομαζόταν Ουσκουδάμα κατελάμβανε μέρος της Αδριανούπολης πριν τον εξωραϊσμό του Αδριανού. Στην πεδιάδα δίπλα στην πόλη ο Λικίνιος νικήθηκε από τον Κωνσταντίνο των Ελλήνων το 323 μ.Χ και ο Ουάλλης νικήθηκε από τους Γότθους το 378 μ.Χ.
Η Αδριανούπολη κατελήφθηκε από το Σουλτάνο Μουράτ Α΄ το 1360, κι από εκείνη τη χρονιά ως το πάρσιμο της Κωνσταντινούπολης, το 1453, ήταν η πρωτεύουσα της Τουρκικής αυτοκρατορίας και συνέχισε να είναι η περιστασιακή και αγαπημένη διαμονή του Σουλτάνου μέχρι το πρώτο τέταρτο του 18ου αι.
Οι Ρώσοι με επικεφαλής το στρατηγό Diebitsen κατέλαβαν την πόλη στις 20 Αυγούστου του 1829. Η κατάληψη αυτή οδήγησε στη συμφωνία ειρήνης της Αδριανούπολης στις 14 Σεπτεμβρίου. Με αυτήν τη συμφωνία η Πύλη ξαναπήρε τη Βλαχία και την Μολδαβία κι όλες τις ρωσικές κατακτήσεις στη Βουλγαρία και Ρουμελία. Ο Προύθος κι ο Δούναβης (από τις εκβολές του κι από την δεξιά όχθη) έγιναν τα σύνορα μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας στην Ευρώπη και μεταξύ των δύο κρατών ξεκαθαρίστηκαν επακριβώς και στις ασιατικές περιοχές. Στη Ρωσία εκτός από τα έξοδα του πολέμου της δόθηκαν εγγυήσεις και ελευθερία εμπορίου σε όλα τα μέρη της Τουρκικής αυτοκρατορίας κι επίσης σε Δούναβη, Μαύρη θάλασσα, Μεσόγειο και ελεύθερο πέρασμα στα Δαρδανέλλια (- πράγμα που θα ίσχυε- και για άλλα ευνοημένα κράτη). Επιπλέον υπήρχε διάταξη - για προώθηση- ανεξαρτησίας της Σερβίας, Βλαχίας και Μολδαβία και αναγνωρίζεται από την Πύλη η πολιτική ύπαρξη της Ελλάδας ως ανεξάρτητη πολιτεία.
Γ.Ρ


[1] Δειγματικά από το 1700 έως και το 1800 υπάρχουν 504 αναφορές σε ισάριθμες αγγλικές εφημερίδες για την Αδριανούπολη (Καταγραφή Γ.Ρυζιώτης – Σεπτ.2014- από the British newspaperBritish Library και στην αναζήτηση adrianople ).
[2] Δειγματικά από το 1801 έως και το 1900 υπάρχουν 26.619  αναφορές σε ισάριθμες αγγλικές εφημερίδες για την Αδριανούπολη (Καταγραφή Γ.Ρυζιώτης – Σεπτ.2014- από the British newspaperBritish Library και στην αναζήτηση adrianople ).

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΓΥΜΝΑΣΙΟ



Σε προηγούμενη ανάρτηση, μετά από ενδελεχή έρευνα και μελέτη,  αναφέρθηκα (άρθρο για το Μετόχι της Ι.Μ της Παναγίας του Κύκκου στην Αδριανούπολη) στο περιοδικό Έσπερος (περί της αγοράς του κελλίου από το Γυμνάσιο).

Θεωρώ λοιπόν  πάρα πολύ σημαντικό να παρουσιασθεί όλο το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στο τεύχος 54, την 15/27 Ιουλίου του 1883, καθώς περιέχει σημαντικότατες πληροφορίες, με τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο και την καταλληλότατη στιγμή: της αποπεράτωσης του μεγάλου οικοδομήματος της Ελληνικής Σχολής Αδριανουπόλεως- Γυμνασίου.

Σας παραθέτω αυτούσιο το άρθρο και εύχομαι να εντοπίσει ο κάθε μεθοδικός αναγνώστης πολλά ενδιαφέροντα, τα οποία, γιατί όχι, να εμφυσήσουν διάθεση περαιτέρω έρευνας και ανίχνευσης της ιστορίας μας.
ΤΟ ΕΝ ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ
(Μετά εικόνος, σελ. 81.)
Επί του μάλλον προεξέχοντος μέρους του Άστεως εις εννέα επηρμένου μέτρα άνω της επιφανείας του παραρρέοντος την πόλιν ποταμού Έβρου, εις μικράν από της προς Ανατολάς πύλης του φρουρίου (Καλέ-Καπί) απόστασιν και έναντι του μητροπολιτικού ναού της κοιμήσεως της Θεο­τόκου εγείρεται το περικαλλές Γυμνάσιον, ου η εικών παρατίθεται.

Το μεγαλοπρεπές τούτο κτίριον ωκοδόμηται εφ' ής θέσεως εκείτο η κατά Φεβρουάριον του 1880 αποτεφρωθείσα Ελληνική Σχολή εν ευρυχώρω γηπέδω 1.590 τετραγωνικών μέτρων, ου κατέχει τον μέσον χώρον περιλαμβάνοντα 403,30 μέτρα. Η όλη οικοδομή έστι διώ­ροφος σχήματος ορθογωνίου έχοντος μήκος μεν 21,80 μ., πλάτος δε 18,50 και ύψος 11,70. Κατεσκεύασται δε εκ τετραγωνιαίων λίθων κατειργασμένων και εντέχνως οπτοίς πλίνθοις συνδεδυασμένων. Ο ρυθμός αυτής εν όλω θεω­ρούμενης αποκλίνει μάλλον προς τον ρωμαϊκόν, ει και δυσχερώς δύναται τις να διαγνώση εν αύτη τον δεσπόζοντα τύπον τον δι΄ όλου του έργου διήκοντα· αι πλευραί αυτής είσί κανονικαί και εντέχνως ειργασμέναι εν τη απερίττω αυτών διακοσμήσει, επιχαρίτως υπό κροσσωτού γείσου αι δύο πλάγιαι και υπό αετώματος η οπισθία επιστεφούμεναι· το διάζωμα αυτών περιθέει δι­πλή εκ πλίνθων γραμμή μεταδρόμοις διαπεποικιλμένη, τα δε παράθυρα υπό πλινθίνης στεφάνης περιβαλλόμενα, και κατά τον ελληνικόν μεν όντα τρόπον τα του ισογείου, κατά τον ρωμαϊκόν δε τα του ανωτέρου ορόφου, εν αρμονία διατηρούσι την υπό της καλαισθησίας ενδεικνυομένην προς τας παραστάδας αναλογίαν. Η πρόσοψις όμως, μετά των πλινθόκτιστων αυτής γοτθικών κοσμημάτων, των εν είδει επάλξεων προεξοχών και των τετραγωνικών αποφύσεων των γωνιαίων κατατομών, παριστά παράδοξον εν τι οικοδομική συναρμογήν. Ωσαύτως δε και η πρόστασις, ης η κατατομή των γωνιών απολήγει εις κύλινδρον, ο δε πυλών δυσανάλογος προς το μέγεθος της όλης οικοδομής σχηματί­ζεται εκ τριών επαλλήλων τόξων υποστηριζό­μενων υπό δύο ισχνών λιθίνων ραβδωτών κιόνων, οίτινες ωσεί καμπτόμενοι υπό του υπερκειμένου βάρους νωχελώς φαίνονται υποβαστάζοντες αυτόν. Ταύτα δε πάντα μετά των άνωθεν του επιστη­λίου κορωνίδων τριών επιμήκων παραθύρων, ων το μεν εν τω μέσω αψιδοειδές και ολίγον προ­έχον, τα δ' εκατέρωθεν συνημμένα τούτο το­ξοειδή, και της εκ του θριγκού αναθρωσκούσης μετωπίδος, φερούσης κύκλω κιτρίνοις κεφαλαίοις προεξέχουσι γράμμασι επί κυανής επιφανείας κεχαραγμένοις την επιγραφήν ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΓΥ­ΜΝΑΣΙΟΝ παρέχουσι τω όλω την σκαιάν σοβα­ρότητα ιπποτικού μάλλον πύργου, υπενθυμίζοντος τω θεωμένω την δεισιδαίμονα εποχήν της του μεσαίωνος τιμοκρατίας, ή την φαιδράν ιλαρότητα σεμνού του Μουσών ενδιαιτήματος.

Επίσης και η εσωτερική διαίρεσις και δια­σκευή του κτιρίου εν τίσιν έστιν ελαττωματική, όπερ έτι μάλλον εξαίρει η απότομος αντίθεσις του έξωθεν καλλωπισμού προς την εσωτερικώς επικρατούσαν, οικονομικών ένεκα λόγων, τελείαν, ως ειπείν, γυμνότητα αύτης, ην απλούν μόνον καλύπτει εξ ασβέστου και άμμου φαιόν κονίαμα άνευ ουδενός ετέρου κόσμου, πλην των χονδροειδών σιδηρών παραθυροφύλλων άτινα εσωτερικώς αναδιπλούμενα πρόκεινται ως ασφαλή αλεξιτήρια κατά του παμφάγου πυρός.

    Η σχολή, ως άνω ερρέθη, διώροφος έστι, περιέχει δ' εκάτερος των ορόφων ανά 5 δωμάτια παραλλήλως εκατέρωθεν κείμενα, ων 3 προς την Α. Μ. πλευράν και 2 προς την Β. Δ. Και εν μεν τω ισογαίω πρώτο αριστερή τω εισερχομένω δωματίω διδάσκονται αι ανώτεραι τέσ­σαρες τάξεις του Παιδαγωγείου του ΄Αστεος · εν τω άνω δε ορόφω το μεν δεύτερον δεξιά δωμάτιον κατέχεται υπό της Διευθύνσεως, τα δε άλλα τέσσαρα υπό των τριών τάξεων του Γυμνασίου, της διι ούτω καταρτισθείσης ελλείψει πόρων και της προκαταρκτικής· εκ τούτων τα δύο της Β. Δ. πλευράς δωμάτια συγκοινωνούντα προς άλληλα και προς την κυρίαν αίθουσαν δια περιαιρετού ξυλίνου παραπετάσματος, ου αφαιρου­μένου κατά τας εξετάσεις και τας λοιπάς δημοτελείς τελετάς ενούνται ταύτα τή αίθούση, υπερδιπλασία ούτω και ευρυτάτη καθισταμένη. Η κλίμαξ εις το έναντι της εισόδου βάθος κει­μένη και μονόκωλος αρχομένη διχάζεται από των μέσων και δίπτερος είτα χωρούσα, δίκην αναπεπταμένου πτηνού εφάπτεται των δύο άκρων της αιθούσης του άνω ορόφου αποτόμως κατά κάθετον τέμνουσα αυτήν, αρκετόν ούτω χώρον καταλαμβάνουσα. Πλην αλλ΄ όμως και μεθ' όδλας τας παρατηρουμένας ταύτας ελλείψεις αναν­τιρρήτως δύναται τις ειπείν, ότι η οικοδομή αύτη ουσιωδώς καλλωπίζει την εν η ίδρυται συνοικίαν, επιβλητικώς δεσπόζουσα πασών των παρακειμένων ξυλίνων και πεπαλαιωμένων οι­κιών, και ότι είναι η μόνη εκτισμένη κατά τους κανόνας της τέχνης χρησιμεύουσα ως υπόδειγμα εις τους πρακτικούς ενταύθα αρχιτέκτονας, οίτινες από της ανεγέρσεως αυτής σπουδαίας εισήγαγον μεταρρυθμίσεις εν τη πατροπαραδότω αυτών του οικοδομείν τέχνη.

   Το σχέδιον αυτής εχάραξεν ο και την εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλην του Γένους Σχολήν καλλιτεχνήσας αρχιτέκτων κ. Κ. Δημάδης, αρξαμένης δε της εκτελέσεως υπό την επιστασίαν του υιού αυτού κ. Νικολάου Δημάδου ευθύς μετά την κατά την 7 Ιουνίου 1880 κατάθεσιν του θεμελίου λίθου φέροντος την εξής σύντομον αλλ΄ εκφραστικωτάτην ηρωελεγειακήν επιγραφήν·

ΜΟΥΣΟΝ ΠΙΕΡΙΔΩΝ ΤΕΜΕΝΟΣ ΤΟΔΕ ΗΦΑΙΣΤΟΙΟ

ΗΡΙΠΕΝ ΑΣΧΕΤΟΣ ΙΣ ΚΗΡ ΦΙΛΟΜΟΤΣΟΝ ΟΜΩΣ

ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΤΩΝ ΑΨ  ΑΤ ΔΕΙΜ ΑΤΟ ΠΟΛΛΩ

ΦΑΝΟΤΕΡΟΝ ΠΛΗΘΕΙ ΔΑΨΙΛΕΩΝ  ΠΑΡΟΧΩΝ.

ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΤΕ ΜΑΛ' ΕΥΓΕΝΕΩΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΟΝ ΑΥΤΑΣ

ΑΔΡΟΤΑΘ' ΕΛΛΑΔΙΚΟΝ ΚΑΡΤΟΣ ΕΥΦΡΟΝΕΟΝ.

συνετελέσθη αύτη εντός οκτώ μηνών, τροποποιη­θέντος εν μέρει εν τη εφαρμογή, διαφόρων ένεκα λόγων, του αρχικού σχεδίου, εξ ου και αι υποδειχθείσαι ανωτέρω ελλείψεις εν τη καθ' όλον οικονομία. αυτής· εδαπανήθησαν δ' εν όλω περί τας 3.500 οθωμαν. λίρας, μη συμπεριλαμβανο­μένης της αξίας των λίθων, ευγενώς πάνυ δω­ρεάν παραχωρηθέντων τη κοινότητι υπό του τότε γενικού διοικητού Ρεούφ Πασά, προς ον ευ­γνώμων ες αεί διατελέσει η πόλις, εξ ων υπέρ τας 1.500 λίρας γενναίως προσήνεγκον  Ελ­ληνική Κυβέρνησις και άλλοι φιλόμουσοι ομογενείς και φιλέλληνες, ων τα γεραρά ονόματα χρυσοίς γράμμασιν ανέγραψεν η πόλις ευγνωμονούσα, ανεξιτήλοις δε χαραχθήσονται εν ταις απαλαίς καρδίαις των εν τη σχολή ταύτη παι- δευθησομένων μακρών και ατελεύτητων γενεών. Εκτός των άχρι τούδε δαπανηθεισών 3.500 λι­ρών απαιτούνται έτι ετέραι 300 τουλάχιστον λίραι δια την εσωτερικήν διακόσμησιν αυτής, τον κατάλληλον και αξιοπρεπή ευπρεπισμόν του Εφορείου και του Διευθυντηρίου, την αγοράν γεωγραφικών χαρτών και εικόνων της ζωολογίας και της βοτανικής, τον πλουτισμόν της οργανοθήκης και τον καταρτισμόν μικράς Βιβλιοθήκης περιλαμβανούσης τας τελειοτέρας εκδόσεις των κλασικών συγγραφέων, επιστημονικά λεξικά και εγκυκλοπαιδείας προς χρήσιν των διδασκόντων.

 Αρχόμενοι είπομεν ότι το Γυμνάσιον κείται έναντι του μητροπολιτικού ναού εν η θέσει έκειτο και μονώροφος Ελληνική Σχολή από του 1711 χρονολογουμένη, επισκευασθείσα τω 1818. Ανακαινισθείσα εκ βάθρων τω 1847 και αύθις αυξηθείσα και επεκταθείσα κατά τό 1879 διά της αγοράς του παρακειμένου μετοχίου της εν Κύπρω μονής του Κίκου και της προσθήκης δευτέρου ορόφου, τη γενναία συνδρομή των εν Κωνσταν­τινουπόλει ζαπλούτων ομογενών και των ενταύθα φιλομούσων. Πλην αλλ΄ όμως και εις πολύ αρχαιοτέρους τούτων χρόνους, ανερχομένους ίσως μέχρι της κατά το 1362 αλώσεως της πόλεως, διατηρείτο εν τη ενταύθα Μητροπόλει ελληνική Σχολή υπό την προστασίαν των κατά καιρούς Αρχιερέων, ως έστιν εικάσαι εκ τίνων δεδο­μένων. Δυστυχώς όμως αι κατά το 1490 και 1515 επισυμβάσαι μεγάλαι και φοβεραί πυρκαϊαί, ων η τελευταία αρξαμένη εκ του μεσημβρινού μέρους και εμβάσα άχρι πολλού διαστήματος απετέφρωσε και αυτούς τους λίθους κατά τόν Μαλαξόν, είς τρόπον ώστε έρημον την πόλιν φαίνεσθαι, κατέστρεψαν τάτε αρχεία και τους αρχαίους κώδηκας τής Μητροπόλεως, αμυδρά καταλιπούσαι ημίν σήμερον μνημεία της των χρόνων εκείνων πνευματικής ενταύθα εργασίας. Αλλ' όπως ποτ' αν η, το βέβαιον είναι ότι 35 έτη βραδύτερον, ήτοι κατά το 1550, μνημονεύεται το πρώτον επισήμως σχολή εν Αδριανουπόλει ευκλεώς διευθυνομένη υπό του επί τούτω παρά του τότε Μητροπολίτου Αδριανουπόλεως Ιωάσαφ του Μεγαλοπρεπούς μεταπεμφθέντος Ιω­άννου του Ζυγομαλά του Αργείου, του με­τέπειτα μεγάλου ρήτορος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, ως δήλον γίγνεται εξ επι­στολής του Ιωάσαφ προς τον Ζυγομαλάν από Κωνσταντινουπόλεως σταλείσης και ην εν μέρει μεταγράφομεν ενταύθα ως τρανώς μαρτυρούσαν τα φιλόμουσα και φιλοπάτριδα αισθήματα του γεραρού εκείνου ιεράρχου, του τόσω αδίκως μετά ταύτα διαβληθέντος και προώρως της Πατριαρχείας, ως μη ώφειλεν, εκβληθέντος:

«Τιμιώτατε, λογιώτάτε, τω όντι ρήτωρ, και κατά πάντα ημέτερα, κύριε Ιωάννη Ζυγομαλά ...... τους δε μαθητάς προς Θεού μη αμέλει, αλλά πάση δυνάμει εν επιμελεία και καθαρά συνειδήσει σπούδασον, και τους του κελλίου καλογήρους αεί επί το κρείττον νουθέτει, αυτοί γαρ θαρρούντες θάττον αφίκεσθαι, αλλ' ούπω ίδομεν το τέλος. Συ δε, Νικόλαε, πώλησον τα κρασία, καθ' α σοι επαρήγγειλα, και επέβλεπε τα αμπέλια και δευτέρωσον αυτά. Και συ, Δημήτριε, σπούδασον επιμελώς και επίβλεπε και το κελλίον. Συ δε, εφημέριε, βλέπε της εκκλησίας την ακολουθίαν και το κελλίον, και άπαντα τα παιδία επιμελώς σπουδασάτωσαν, ήδη γάρ αποστελώ υμίν θάττον βιβλία κάλλιστα. Δομέστιχε, επιμελού της ακολουθίας και της σπουδής σου και μη αμέλει κτλ.»

Η Σχολή αύτη εξηκολούθει λειτουργούσα και επί των διαδόχων του Ιωάσαφ Αρσενίου, Ιερεμίου, Ανθίμου, Παρθενίου του Α', Γαβριήλ και Παρθενίου του Β'. επί δε των ημερών του χρηστού Νεοφύτου του Α', ήτοι περί τα 1657 ευδοκίμως προέκοπτον υπό την ακάματον διεύθυνσιν Αναστασίου του Παντοδυνάμου, του πρότερον εν Τυρνάβω της Θεσσαλίας σχολαρχούντος, είτα δε Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης προχειρισθέντος· ου μόνον άνδρας επί πολυμαθεία διακριθέντας αναδείξασα, ως Αλέξανδρον τον Ελλάδιον, αλλά και μαθητάς εν ται; τάξεσιν αυτής αριθμούσασι δυναμένους ήδη να συντάττωσι και απαγγέλλωσι δημοσία πανηγυρικούς χατά την μαρτυρίαν αυτού τούτου του Ελλαδίου. Είτα επί του λογιωτάτου Μητροπολίτου Αθανα­σίου του Αδριανουπολίτου οικοδομηθείσης, ως έφθημεν ειπόντες, επί τούτω ελλ. Σχολής τω 1711 εδίδαξαν κατά διαδοχήν εν αυτή ο εξ Iωαννίνων λόγιος Αθανάσιος ο Βονθροντής 1715—1725, ο Αλέξιος Σπανός 1730, ο Στα­μάτιος Παππά ο εξ Κορνοφυλέας 1738—39, εφεξής δε κατά το 1760—1780 Ιερόθεος ο εκ Σμύρνης, ου μαθηταί αναφέρονται Στέφανος ο  Βογορίδης και Κύριλλος ο Στ', μεθ' ον οι Γεώργιος Ουζούμογλου και Γρηγόριος Μιχαήλογλους, ελληνισταί άριστοι, εναλλάξ από του 1779—1818.

Κατά δε το 1819 μεταρρυθμισθείσης της Σχολής τη αόκνω φροντίδι του κλεινού και σοφού Μητροπολίτου Δωροθέου του Πρωίου, συνεργία και του ενταύθα τότε υφησυχάζοντος αειμνήστου Κυρίλλου του Στ'. προέστη ταύτης ο πολύς μετέπειτα γενόμενος Στέφανος Καραθεοδωρής διδάσκων τους μαθητάς την αρχαίαν Ελληνικήν, τα μαθηματικά, την ρητορικήν και την φιλοσοφίαν μετά και δύο ετέρων διδασκάλων, ων εις και ο διαδεχθείς αυτόν μετά δύο έτη εν τη διευθύνσει και εφορεύων φιλό­πονος Μ. Βερόνης, τη ενεργεία του οποίου και βιβλιοθήκη τότε της κοινότητος εσχηματίσθη δι εράνου των πολιτών, πρώτου δόντος και αύθις το καλόν παράδειγμα του αοιδίμου Δωροθέου, δωρησαμένου άπασαν την σπουδαίαν αυτού βιβλιοθήκην τη Σχολή. Κατά την αυτήν εποχήν εδί­δαξεν και ο ανεψιός του Στεφάνου Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής και εν γένει επί των λαμπρών και αξιομνημονεύτων ημερών του Πρωΐου ούτω προήγοντο τα της εκπαιδεύσεως και καθ' όλον τα της κοινότητος πράγματα, ώστε ο επισκεφθείς τω 1820 την  Αδριανούπολιν Γάλλος πρεσβευτής κόμης Μαρκέλλος κολαχευτικώτατα απο­φαίνεται περί αυτής, επιλέγων: «Μη άρα δεν υπάρχουσι και εν αυτή τη πεπολιτισμένη Ευρώπη χώραι κατά πολύ ως προς την πνευματικήν ανάπτυξιν υστερούσαι της Αδριανουπόλεως, ην ημείς θεωρούμεν ως εν σκοτία διατελούσαν ; ».

Την εθνωφελή όμως ταύτην και γόνιμον πνευματιχήν εργασίαν των Αδριανουπολιτών βαρεία καιι μαινόμενη επέπρωτο φευ! να διαταράξη μετ' ολίγον λαίλαψ, ήτις αφαρπάσασα προώρως τους εργάτας αυτής, τον τε Πρώιον και Κύριλλον τον Στ΄. και πάντας τους περί αυτούς ισχυρούς και γενναίους προστάτας των γραμμάτων και της αυτονόμου τότε πολιτείας των Αδριανουπολιτών, απορφάνισεν αυτούς των βουληφόρων αυτών ανδρών και ενέπνευσεν αυτοίς τρόμον και φρίκην επί τοις διαδραματισθείσι, κατάπληξι δε και θλίψιν επί τη ενσκηψάση μεγίστη συμφορά, ουχ ήττον όμως και ούτως έχοντες δεν απεδειλίασαν ούτοι, ούτε απέγνωσαν περί του πρακτέου, αλλ΄οιονεί την αθωότητα αυτών επιμαρτυρόμενοι ερρωμένως επελάβοντο και αύθις της των κοινών επανορθώσεως, τριμελή καταστήσαντες Εφορείαν εκ των φιλομούσων πολιτών Δημητρίου Ζώτου, Βασιλείου Σωτηρίχου και Μαργαρίτου Βερόνη, οίτινες ερρύθμισαν αμέσως τω 1821 τα της Σχολής υπό την διεύθυνσιν και πάλιν του Γρηγορίου Μιχαήλογλου, διδάξαντος έως του 1831, τούτον δ΄αποθανόντα  μετά πεντηκονταετή όλην διδασκαλίαν διεδέχθη εν τη Σχολαρχία ο εκ των Εφόρων λόγιος Μαργαρίτης Βερόνης μέχρι του 1833, ότε αντικατέστησεν αυτόν παραιτηθέντα Κωνσταντίνος ο Άνδριος 1835 και τούτον διαδοχικώς οι Πολυζώης, Αδαμάντιος Ζαμποκίδης, Εμμανουήλ Χαριλάου Αίνιος και  πλούσιος σήμερον έν Αθήναις τραπεζίτης, Διο­νύσιο; Χαρίτου, πρώην μεν Αδριανουπόλιως νυν δε Νικαίας, και Απόστολος Σιρίγος Σίφνιος, ελληνιστής και γραμματικός, άχρι του 1851 · από της εποχής δε ταύτης εδίδασκεν ο Γ. Λογοθετίδης άχρι του 1859, ότε επανεκάμψαντες εξ Εσπερίας οι δαπάναις της πόλεως εκπαιδευθέντες διαπρεπείς και διακεκριμένοι λόγιοι συμπολίται κύριοι· Β. Γρηγοριάδης και Χρ. IIαπαδόπουλος ανέλαβον την εν αυτή διδασκαλίαν επί τετραετίαν, αναγχασθέντες είτα να καταλίπωσι τον τύπον, από του 1863 δ' έως του 1878 εκ περιτροπής οι κύριοι Γ. Λογοθετίδης και Κηριτζίδης, και εν τω μεταξύ παροδικώς οι κυρ. Ι. Χρονίδης, Κ. Περρίδης και  Ν. Κάκαρης.

 Τότε δε μεταρρυθμισθείσα η αρχαία αύτη και γεραρά της Αδριανουπόλεως Σχολή, τη ενδελεχεί μερίμνη του κατά τω 1872 επ' αισίοις οιωνοίς ιδρυθέν­τος ενταύθα Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου και τη υλική αρωγή των εν Κωνσταντινουπόλει ομογενών, του Θρακικού και του εν Αθήναις προς διάδοσιν των Ελληνικών γραμμάτων Συλλόγου, ανήχθη εις την προσήκουσαν πλέον αυτή περιωπήν Γυμνασίου εκ τριών τάξεων, ου πρώτος υπήρξε Γυμνασιάρχης επί διετίαν ο το εν Τραπεζούντι νυν Φροντιστήριον διευθύνων Γ. Βεργιάδης αντικατασταθείς υπό του υπό του ευπαιδεύτου κ. Γ. Παγίδα, ον διεδέχθη μετά εν έτος ο μέχρι τούδε ευδοκίμως λίαν προϊ­στάμενος του Γυμνασίου κ. Χριστοφόρος Σαμαρτζίδης, υπό την ακάματον και συνετήν διεύθυνσιν του οποίου ελπίζεται ότι ταχέως θέ­λει τελειοποιηθή τούτο, προστιθεμένης και δ' τάξεως, τη συνδρομή και αύθις των κηδομένων της ανά την Θράκην διαδόσεως της εθνικής παι­δείας, και ότι δεν θα βραδύνη ευτυχώς η υπό του Εθνικού Πανεπιστημίου επίσημος αναγνώρισις αυτού, ήτις ανυπολογίστους έξει ηθικάς και υλικάς ωφελείας δια τους κατοίκους των χωρών τούτων, ων τα τέκνα δεν θα ώσι πλέον ηναγχασμένα να διασχίσωσιν "ορεά τε σκιόεντα θάλασσάν τε ηχήεσσαν", όπως κτήσωνται δια μυρίων προσκομμάτων και θυσιών το διανοίγον αυτοίς τας πύλας του Πανεπιστημίου απολυτήριον. Την διάπυρον ταύτην ευχήν των ενταύθα απειροπληθών Ελλήνων αδιστάχτως πεποίθαμεν ότι έχουσιν ήδη υπ' όψει οι αρμόδιοι, οι δε απανταχού ευπορούντες φιλόμουσοι ομογενείς δεν θα λείψωσιν βεβαίως και εις το μέλλον ενοισχύοντες δια της αεί διακρινούσης αυτούς γενναιοδωρίας την επίκαιρον ταύτην ακρόπολιν του εν Θράκη Ελληνιομού και συντελούντες ούτως ως φιλόστοργα τέκνα της Μεγάλης Πατρίδος εις την ακμαίαν συντήρησιν των υφισταμένων σή­μερον ενταύθα αγαθή τύχη 15 Ελληνιχών Σχο­λών, εις ας ύπερ τους 2.300 φοιτώσι μαθηταί, και δι' ας δαπανώνται περί τας 3000 λίρας οθωμαν. ετησίως.

Εις την πλήρωσιν των υπαρχουσών έτι εν τω Γυμνασίω ελλείψεων και εις την ανέγερσιν καταλλήλου και ευρυχώρου δια το ΓΙαρθεναγωγείον οικήματος, ου η ανάγχη οσημέραι επιβλητικοτέρα καθισταμένη δικαίως επισπάται την σύντονον μέριμναν των τα κοινά διεπόντων, ων είθε αι πατριωτικαί ενέργειαι να στεφθώσι συν­τόμως υπό τελείας και πλήρους επιτυχίας προς μεγίστην χαράν των Αδριανουπολιτών και πάν­των εν γένει των διακαώς επιποθούντων την εν τη εθνοσωτηρίω οδώ των γραμμάτων και του πολιτισμού ακώλυτον του έθνους πορείαν!

                                         Εν Αδριανουπόλει  κατά Ιούνιον 1883.

                                                     Κωνσταντίνος Χ. Κυριαζής.

Γ.Ρ