Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

Άγιος Αθανάσιος (ο νέος) Α΄, Πατριάρχης Κων/πόλεως, ο ανδριανουπολίτης


Ο Όσιος Αθανάσιος καταγόταν από την Αδριανούπολη. Γεννήθηκε το 1220 μ.Χ. Ο πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος και η μητέρα του Ευφροσύνη. Ήταν άνθρωποι πλούσιοι και ευσεβείς. Όταν γεννήθηκε ο Όσιος, οι γονείς του τον βάπτισαν και του έδωσαν το όνομα Αλέξιος.
Όμως ο πατέρας του πέθανε νωρίς και ο Αλέξιος έμεινε ορφανός. Ο Αλέξιος ζούσε με την μητέρα του, κοντά στους συγγενείς του, αλλά και κοντά στην εκκλησία και προόδευε στην αρετή. 
Σε λίγο χρόνο, νεαρός ακόμη,  αποφάσισε να αφιερωθεί σ΄αυτή. 


Ο μοναχικός του βίος

Ξεκίνησε από ένα μοναστήρι της Θεσσαλονίκης όπου ζούσε ένας θείος του μοναχός. Εκεί έγινε και ο ίδιος μοναχός παίρνοντας το όνομα Ακάκιος. Δυστυχώς όμως στο πλούσιο αυτό μοναστήρι οι μοναχοί είχαν παρασυρθεί από τα υλικά αγαθά, πράγμα που δεν δεχόταν ο ασκητικός του χαρακτήρας.
΄Ετσι αναχώρησε για το Άγιο Όρος κι αφού γύρισε πολλά μοναστήρια του, εγκαταστάθηκε στην Μονή Εσφιγμένου για τρία χρόνια. Εκεί έκανε πολλούς και σκληρούς αγώνες. Βλέποντας οι μοναχοί τόση αρετή σε ένα νεώτερο, τον σέβονταν και τον τιμούσαν. Ο Άγιος φοβούμενος μήπως για την πρόσκαιρη δόξα στερηθεί την ουράνια, αναχώρησε και πήγε στα Ιεροσόλυμα

Προσκύνησε τους Αγίους Τόπους, πήγε στο Όρος του Λάτρου, όπου διέμεινε λίγο καιρό σε ένα αναχωρητικό κελλί και στη συνέχεια στο Όρος του Αυξεντίου, όπου υπήρχαν αναρίθμητοι ασκητές. Μετά πήγε στην Μονή του Αγίου Λαζάρου στο Γαλλήσιο Όρος, όπου αφού υπέμεινε οκτώ χρόνους υπηρετώντας επιμελώς τους αδελφούς, έγινε μεγαλόσχημος και ονομάστηκε Αθανάσιος. Τον χειροτόνησαν χωρίς τη θέλησή του διάκονο και ιερέα και τον έκαμαν τυπικάρη και εκκλησιάρχη. Υπηρετώντας σε αυτά τα διακονήματα μελέτησε όλα τα βιβλία της Μονής.
Αφού έμεινε εκεί άλλα δέκα έτη, ήλθε πάλι στο Άγιο Όρος και η αναζήτηση κατέληξε στο όρος Γάνος. Το μέρος εκείνο ήταν πολύ κατάλληλο για άσκηση και εκεί ο Άγιος βρήκε την ησυχία που ποθούσε.
Σε λίγο καιρό, εκεί στο όρος Γάνος,  μαζεύτηκαν και άλλοι κοντά του, τους οποίους είλκυσε η αρετή του και συνέστησε Μοναστήρι. Πολλοί έρχονταν να τον ακούσουν όχι μόνον άνδρες, αλλά και ευλαβείς γυναίκες. Έτσι δημιουργήθηκε Μοναστήρι γυναικών και πολλές απ' αυτές αγίασαν.
Η φήμη των αρετών και των θαυμαστών προτερημάτων του Αγίου διαδόθηκε όχι μόνο στα περίχωρα, αλλά και στην Πόλη.

Τον χειροτονούν Πατριάρχη

       Κατά την εποχή εκείνη αυτοκράτορας στο Βυζάντιο ήταν ο Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος, άνθρωπος πολύ ευσεβής. Αυτός, μαθαίνοντας την ξακουστή αρετή του Αγίου κάλεσε τους κληρικούς και τους Μητροπολίτες, για να ψηφίσουν, εάν θέλουν, τον Αθανάσιο Πατριάρχη. Πραγματικά εκλέχθηκε Πατριάρχης στις 14 Οκτωβρίου 1289. Η θητεία του διήρκησε τέσσερα χρόνια, αφού παραιτήθηκε τον Οκτώβριο του 1293 κι εγκατέλειψε την Πόλη επιστρέφοντας στο Μοναστήρι του.
Ο αυτοκράτορας ξανακάλεσε τον Αθανάσιο να γίνει Πατριάρχης δέκα χρόνια μετά, τον Ιούνιο του 1303. Κατά την διάρκεια της δεύτερης θητείας, που διήρκεσε περίπου επτά χρόνια, εξέδωσε την εγκύκλιο περί της Κυριακής Αργίας. Σ’ αυτήν ορίζει την διάρκεια της Κυριακής Αργίας, από τη δύση του ήλιου του Σαββάτου, ως την ίδια ώρα της Κυριακής. Παραιτήθηκε το Σεπτέμβριο του 1309.
Ως πατριάρχης χαρακτηρίζεται αυστηρός μεν αλλά δίκαιος, λιτός, απλός και ασκητικός. Θέλοντας να περιορίσει τους εκτός των μονών περιφερόμενους μοναχούς και ν΄ αναγκάσει τους αρχιερείς, που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη, να επιστρέψουν στις επαρχίες των, συνάντησε όλων αυτών την αντίδραση. Έτσι απέκτησε πολλούς εχθρούς και κατά την πρώτην και κατά την δεύτερή του πατριαρχία. Έφθασαν μάλιστα αυτοί σε πρωτοφανείς συκοφαντίες και προς τον ίδιο τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Παλαιολόγο, δείχνοντάς του εικόνα «παριστώσα αυτόν φέροντα χαλινόν εις το στόμα και συρόμενον ως υποζύγιον υπό του Αθανασίου!».
Η δεύτερη απομάκρυνση του πατριάρχη από τον οικουμενικό θρόνο συσχετίσθηκε με τις τάσεις αισχροκέρδιας και δωροδοκίας της εποχής.
Είναι μάλλον βέβαιο ότι και οι δύο παραιτήσεις υπήρξαν αποτέλεσμα της δικής του αγανάκτησης για όσα κακοήθη και κακόβουλα οι εχθροί του διέσπειραν σκανδαλίζοντας και τον λαό.
Ο Αθανάσιος θεωρείται ως μία σεπτή και ασκητική μορφή της εκκλησίας, που ακολουθούσε τα ίχνη των μεγάλων πατριαρχών και επιδίωκε να εξυψώσει την Εκκλησία με την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων και την απομάκρυνση από την κακή επιρροή  της  πολιτείας.
 
Το έργο του

Ο ίδιος συνέγραψε «τις Νεαρές» για την διόρθωση των ηθών -που εξέδωσε ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος -, αλλά και απέστειλε ανάλογες επιστολές στον αυτοκράτορα. Σε μία από αυτές παραπονιούνταν διότι οι «τα δημόσια λειτουργούντες» συμπεριφέρονταν κακώς στους υπηκόους, και ενεργούσαν ως αιμοχαρείς  «βδέλλες». Ακόμη ζητά από τον ίδιο τον αυτοκράτορα «ίνα τηρηθώσι ασάλευτα δικαιοσύνη, σωφροσύνη και έλεος» προσθέτε δε «και ει μέλλει μη απολέσαι το παν συν ημίν, ασφαλή λόγον δώμεν τω Θεώ». Γενικά η αλληλογραφία του Αθανασίου με τον Αυτοκράτορα και άλλους λογίους, πλην του ότι είναι μαρτυρία για την προσωπικότητά του αποδεικνύει «τούτον  άνδρα λόγιον και εγκρατή του έλληνος λόγου».

Η κοίμησή του

Ζώντας μοναχικό βίο στο Μοναστήρι του, έχοντας πολλούς μαθητές, αλλά κι επισκέπτες, φθάνει στην ηλικία των 100 ετών, ασκητικός, λιτός και αγωνιστής. Πεθαίνει στις 28 Οκτωβρίου του 1320.
Η Ορθόδοξη εκκλησία τον κήρυξε Όσιο και τιμά την μνήμη του στις 28 Οκτωβρίου.
Το σκήνωμά του βρίσκεται σήμερα στο ναό του Αγίου Ζαχαρία Βενετίας. Επίσης, τεμάχιο του λειψάνου του βρίσκεται στη Μονή Παντοκράτορος, αλλά και στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ανδρούσης, το οποίο μεταφέρθηκε εκεί από την Ιερά Μονή Εσφιγμένου το 1967, με τη φροντίδα του Mητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσοστόμου Β΄.

Γ.Ρ